Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

Εξελίξεις στον Καρκίνο του Θυρεοειδούς


Ο καρκίνος του θυρεοειδούς είναι ο πιο συχνός ενδοκρινής όγκος και ένας από τους πλέον αυξανόμενους καρκίνους σε όλον τον κόσμο. Ο διαφοροποιημένος καρκίνος του θυρεοειδούς (ΔΚΘ), ιδιαίτερα ο θηλώδης, παρουσιάζει σημαντική αύξηση τα τελευταία είκοσι χρόνια αντίθετα με την συχνότητα των άλλων όγκων της κρανίο-τραχηλικής χώρας που μειώνεται. Η αύξηση παρουσιάζεται σε όλες τις ηλικίες και στα παιδιά και οφείλεται κυρίως στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος αλλά και σε πιο εξειδικευμένες τεχνικές διάγνωσης. Η κυτταρολογική εξέταση εμπλουτισμένη με μεθόδους της μοριακής βιολογίας και η καλύτερη ανάλυση της υπερηχογραφικής απεικόνισης επιτρέπουν την ακριβή διάγνωση και παράλληλα βοηθάνε και στην κατηγοριοποίηση του όγκου. Παράλληλα η επικείμενη εισαγωγή στην κλινική πράξη μοριακών δεικτών θα διευκολύνει περαιτέρω την διαφοροποίηση των καλοηθών από τους κακοήθεις όζους του θυρεοειδούς.

Εξελίξεις υπάρχουν τα τελευταία χρόνια και στη θεραπευτική προσέγγιση του ΔΚΘ. Η παραγωγή της ανασυνδυασμένης θυροτροπίνης (rhTSH Thyrogen,) αποτέλεσε σημαντική εξέλιξη γιατί προσφέρει μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση στη διαδικασία του καυτηριασμού του υπολοίπου (ablation) με ραδιενεργό ιώδιο που ακολουθεί συνήθως την ολική θυρεοειδεκτομή. Αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα ότι η χρήση της rhTSH δεν επηρεάζει την καθημερινή δραστηριότητα των ασθενών καθώς δεν χρειάζεται να διακόψουν την αγωγή με θυροξίνη και έτσι δεν διαταράσσεται η ποιότητα ζωής των. Η μέθοδος είναι απλή, δύο ενέσεις σε δύο συνεχόμενες ημέρες, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στην παρακολούθηση των ασθενών με ή χωρίς σπινθηρογράφημα, μόνο για μέτρηση της θυρεοσφαιρίνης (Τg) τρις ημέρες μετά την δεύτερη ένεση. Σημαντική εξέλιξη στην διάγνωση του μεταστατικού καρκίνου του θυρεοειδούς αποτελεί και η εξέταση συνδυασμού αξονικής τομογραφίας (CT) με τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET) που δίνει πολύτιμες πληροφορίες όσον αφορά την τοπογραφία του όγκου αλλά και τον μεταβολισμό των μεταστάσεων.

Η πρόγνωση του ΔΚΘ είναι γενικά πολύ καλή εφόσον διαγνωσθεί  έγκαιρα και θεραπευθεί σύμφωνα με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Θυρεοειδικής Εταιρείας. Ένα ποσοστό όμως γύρω στο 10% αποδιαφοροποιείται, χάνει δηλαδή την ικανότητα να προσλαμβάνει ιώδιο, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή η με ραδιενεργό ιώδιο μετεγχειρητική αγωγή. Ιδιαίτερα προβληματική είναι η θεραπεία ασθενών με διάχυτες μεταστάσεις ενός αποδιαφοροποιημένου καρκίνου του θυρεοειδούς (ΑΚΘ) καθώς δεν επηρεάζονται από τα διάφορα χημειοθεραπευτικά. Πρόσφατα όμως μια νέα κατηγορία φαρμάκων που στοχευμένα αναστέλλουν την μετάδοση μηνυμάτων από τον εξωκυττάριο χώρο στον πυρήνα του κυττάρου αποδεικνύονται αποτελεσματικά και στον ΑΚΘ καθώς φαίνεται να σταθεροποιούν το 70% περίπου των ασθενών. Τα φάρμακα αυτά είναι αναστολείς της κινάζης της τυροζίνης, ενός πολύπλοκου συστήματος ενζύμων που όταν απενεργοποιηθούν μπορεί να συρρικνώσουν τον όγκο και συχνά να δημιουργήσουν περιβάλλον ασφυξίας ελαχιστοποιώντας την παροχή οξυγόνου. Φάρμακα αυτής της κατηγορίας είναι η σοραφενίμπη , βατενατίμπη , ιδιαίτερα για τον μυελοειδή καρκίνο του θυρεοειδούς, η σουνιτινίμπη ενώ δοκιμάζονται και νέα μόρια σε διάφορα πρωτόκολλα παγκοσμίως. Τα φάρμακα αυτά χορηγούνται με επιτυχία σε ασθενείς με καρκίνο του νεφρού και γαστρεντερολογικών όγκων, η χρήση των σε ασθενείς με ΑΚΘ είναι πρόσφατη συνοδεύεται όμως από αισιοδοξία ότι μπορούν να βοηθήσουν παρατείνοντας την ζωή και βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής σε αρκετούς ασθενείς.

Το πεδίο των αναστολέων της κινάζης της τυροζίνης στην ογκολογία του θυρεοειδούς, και βέβαια όχι μόνον, αποτελεί πρόσφορο έδαφος για έρευνα και επενδύσεις φαρμακοβιοτεχνολογικών εταιρειών αιχμής. Στο μέλλον θα έχουμε φάρμακα με πιο επιλεκτική και στοχευμένη δράση στα μονοπάτια των μηνυμάτων στο μοριακό επίπεδο και με καλύτερη ανοχή από τους ασθενείς και αυτό πρέπει να αποτελεί ελπίδα ζωής για χιλιάδες ασθενείς των οποίων η πρόγνωση σήμερα είναι εξαιρετικά άσχημη.

Η έρευνα τέλος εστιάζεται στην ταυτοποίηση των μοριακών χαρακτηριστικών των βλαστοκυττάρων του θηλώδους καρκίνου του θυρεοειδούς, στην κλινική σημασία μοριακών δεικτών της νόσου, αξιολόγηση της σημασίας των μεταλλάξεων και στην   επιγενετική.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου